Η Ιστιαία είναι η έδρα του ομώνυμου Δήμου της Βόρειας Εύβοιας, ενώ πριν το 1998 ήταν η πρωτεύουσα της ομώνυμης επαρχίας του νομού Ευβοίας. Γεωγραφικά βρίσκεται στο βόρειο τμήμα του νησιού, στο κέντρο καταπράσινης και εύφορης πεδιάδας, απέχει δε από τη θάλασσα 5 χιλιόμετρα. Από τον 15ο αιώνα μέχρι και τον 19ο αναφερόταν ως Ξηροχώρι.
Η ιστορία της Ιστιαίας αρχίζει πολύ πριν από την εποχή του Ομήρου. Ευρήματα του 2.000 π.Χ., στην περιοχή μεταξύ Ιστιαίας και Ωρεών, μαρτυρούν την ύπαρξη μεσοελλαδικών οικισμών.
Η επικρατέστερη εκδοχή για την προέλευση του ονόματος συνδέει την Ιστιαία με την θάλασσα θέλοντας το όνομα της πόλης να προέρχεται από τις λέξεις ιστίον (πανί), ή ιστός (κατάρτι). Η μυθολογική εκδοχή θέλει την πόλη να ονομάζεται έτσι από την νύμφη Ιστιαία κόρη του Υριέα (γιό του Ποσειδώνα) και της Αλκιόνης, αδελφής του Ωρεού.
Στον Τρωικό πόλεμο, κατά τον Όμηρο, η Ιστιαία ανήκε στη χώρα του Χαλκοδωντιάδη Ελεφήνορα του Βασιλέως των Αβάντων, και έλαβε μέρος μαζί με τις σπουδαιότερες Ευβοϊκές πόλεις όπως ήταν η Χαλκίδα, η Ερέτρια, η Κήρινθος κ.α. Στον 5ο π.Χ. αιώνα, Ιστιαιείς ίδρυσαν στην Ανατολική Ρωμυλία την αποικία Στενήμαχο, ενώ μετά την Ναυμαχία του Αρτεμισίου η Ιστιαία υπέστη μεγάλες καταστροφές από τις στρατιές του Ξέρξη που κατέλαβαν την πόλη και στρατοπέδευσαν εκεί για ένα μικρό διάστημα, όπως μαρτυρεί ο Ηρόδοτος (Η΄23). Στα επόμενα χρόνια και μετά το τέλος των Μηδικών πολέμων, η περιοχή της Ιστιαίας πέρασε μία σχετικά ειρηνική περίοδο, κάτω από την επιρροή των Αθηναίων, στην Α΄ Αθηναϊκή Συμμαχία.
Στις αρχές του καλοκαιριού του 446 π.Χ., όπως μας πληροφορεί ο Θουκυδίδης, η Β. Εύβοια αποστάτησε από την Αθηναϊκή Συμμαχία. Η αποστασία αυτή οφείλεται μάλλον στην επιδίωξη των ολιγαρχικών φίλων της Σπάρτης να ανατρέψουν τους δημοκρατικούς φίλους της Αθήνας, με αφορμή την οικονομική καταπίεση που προκαλούσε η Αθηναϊκή Συμμαχία. Αυτό συνάγεται από τα προνόμια που είχαν δοθεί στους Ευβοείς από τους Αθηναίους. Το σπουδαιότερο από τα προνόμια ήταν αυτό της επιγαμίας, του δικαιώματος δηλαδή να συνάπτουν γάμους με Αθηναίους και Αθηναίες ως ισότιμοι πολίτες με αυτούς της Αθήνας.
Η αποστασία αυτή υπήρξε τραγική για την πόλη της Ιστιαίας, διότι έγινε ο κύριος αποδέκτης της οργής του Περικλή, που χωρίς δυσκολία εκστράτευσε και κατέλαβε την Εύβοια επιβάλλοντας ανήκουστες τιμωρίες. Οι κάτοικοι της Ιστιαίας εκδιώχθηκαν όλοι στην Θεσσαλία και τη Μακεδονία, τα κτήματά τους μοιράστηκαν σε 1.000 ή 2.000 Αθηναίους εποίκους κληρούχους και η πόλη μετονομάστηκε σε Ωρεοί.
Μετά τη λήξη του Πελοποννησιακού πολέμου, η πόλη περιήλε στη Σπάρτη, οι Αθηναίοι έποικοι εκδιώχθηκαν, οι δε κλήροι τους κατασχέθηκαν και η πόλη έλαβε το προηγούμενο όνομά της. Τότε πολλοί απόγονοι των εκδιωχθέντων από τον Περικλή επέστρεψαν στο πάτριο έδαφος.
Η αρχαία πόλη της Ιστιαίας που αναφέρεται από τον Όμηρο ως «πολυστάφυλος Ιστιαία», από τους πολλούς αμπλώνες της, δεν βρισκόταν στο σημείο που είναι χτισμένη η σύγχρονη, αλλά δύο περίπου χιλιόμετρα δυτικά, προς το μέρος των Ωρεών και του Ταξιάρχη, στις πλαγιές του όρους Τηλέθριου, παρά τον ποταμό Κάλλαντα (Ξεριά), στη θέση καλούμενη Δρυμός, επί βραχώδους λόφου.
Η καινούρια πόλη, όπως εμφανίζεται σήμερα, άρχισε να δημιουργείται λίγο πριν από την Τουρκοκρατία στην Εύβοια (1470), με το όνομα «Ξηροχώρι», αρχικά στην απογραφή του 1474 και πολύ αργότερα μέσα από τα ποιήματα του περιηγητή μοναχού Δαπόντε στα μέσα του 17ου αιώνα. Λίγο πριν από την Επανάσταση η Βόρεια Εύβοια εντάχθηκε στην εμβέλεια των εδαφών που ήλεγχε και διοικούσε ο Αλή Πασάς. Η επαρχία της Ιστιαίας έμεινε στην δικαιοδοσία του Αλή Πασά μέχρι την μέρα της δολοφονίας του τελευταίου (Ιανουάριος 1822).
Η Ιστιαία υπήρξε το θέατρο μερικών από τις πρώτες συγκρούσεις Ελλήνων και Τούρκων κατά την Επανάσταση του 1821. Η 8η Μαΐου 1821 είναι η μέρα του ξεσηκωμού των Ελλήνων της περιοχής. Η οριστική ένταξη της πόλης στο νέο Ελληνικό κράτος έγινε τον Μάρτιο του 1833, μαζί με ολόκληρο το νησί της Εύβοιας. Έκτοτε η Ιστιαία ήταν η σημαντικότερη πόλη της Β. Εύβοιας. Κατά τη διάρκεια του Μακεδονικού Αγώνα δεκάδες εθελοντείς Ιστιαιείς έλαβαν μέρος, ενώ κάποιοι από αυτούς έπεσαν στα πεδία των μαχών.
Στην Ιστιαία σήμερα λειτουργεί ένα ενδιαφέρον Μουσείο Φυσικής Ιστορίας, δημιουργημένο και συντηρούμενο από τον Κυνηγετικό Σύλλογο της πόλης.
Η ιστορία της Ιστιαίας αρχίζει πολύ πριν από την εποχή του Ομήρου. Ευρήματα του 2.000 π.Χ., στην περιοχή μεταξύ Ιστιαίας και Ωρεών, μαρτυρούν την ύπαρξη μεσοελλαδικών οικισμών.
Η επικρατέστερη εκδοχή για την προέλευση του ονόματος συνδέει την Ιστιαία με την θάλασσα θέλοντας το όνομα της πόλης να προέρχεται από τις λέξεις ιστίον (πανί), ή ιστός (κατάρτι). Η μυθολογική εκδοχή θέλει την πόλη να ονομάζεται έτσι από την νύμφη Ιστιαία κόρη του Υριέα (γιό του Ποσειδώνα) και της Αλκιόνης, αδελφής του Ωρεού.
Στον Τρωικό πόλεμο, κατά τον Όμηρο, η Ιστιαία ανήκε στη χώρα του Χαλκοδωντιάδη Ελεφήνορα του Βασιλέως των Αβάντων, και έλαβε μέρος μαζί με τις σπουδαιότερες Ευβοϊκές πόλεις όπως ήταν η Χαλκίδα, η Ερέτρια, η Κήρινθος κ.α. Στον 5ο π.Χ. αιώνα, Ιστιαιείς ίδρυσαν στην Ανατολική Ρωμυλία την αποικία Στενήμαχο, ενώ μετά την Ναυμαχία του Αρτεμισίου η Ιστιαία υπέστη μεγάλες καταστροφές από τις στρατιές του Ξέρξη που κατέλαβαν την πόλη και στρατοπέδευσαν εκεί για ένα μικρό διάστημα, όπως μαρτυρεί ο Ηρόδοτος (Η΄23). Στα επόμενα χρόνια και μετά το τέλος των Μηδικών πολέμων, η περιοχή της Ιστιαίας πέρασε μία σχετικά ειρηνική περίοδο, κάτω από την επιρροή των Αθηναίων, στην Α΄ Αθηναϊκή Συμμαχία.
Στις αρχές του καλοκαιριού του 446 π.Χ., όπως μας πληροφορεί ο Θουκυδίδης, η Β. Εύβοια αποστάτησε από την Αθηναϊκή Συμμαχία. Η αποστασία αυτή οφείλεται μάλλον στην επιδίωξη των ολιγαρχικών φίλων της Σπάρτης να ανατρέψουν τους δημοκρατικούς φίλους της Αθήνας, με αφορμή την οικονομική καταπίεση που προκαλούσε η Αθηναϊκή Συμμαχία. Αυτό συνάγεται από τα προνόμια που είχαν δοθεί στους Ευβοείς από τους Αθηναίους. Το σπουδαιότερο από τα προνόμια ήταν αυτό της επιγαμίας, του δικαιώματος δηλαδή να συνάπτουν γάμους με Αθηναίους και Αθηναίες ως ισότιμοι πολίτες με αυτούς της Αθήνας.
Η αποστασία αυτή υπήρξε τραγική για την πόλη της Ιστιαίας, διότι έγινε ο κύριος αποδέκτης της οργής του Περικλή, που χωρίς δυσκολία εκστράτευσε και κατέλαβε την Εύβοια επιβάλλοντας ανήκουστες τιμωρίες. Οι κάτοικοι της Ιστιαίας εκδιώχθηκαν όλοι στην Θεσσαλία και τη Μακεδονία, τα κτήματά τους μοιράστηκαν σε 1.000 ή 2.000 Αθηναίους εποίκους κληρούχους και η πόλη μετονομάστηκε σε Ωρεοί.
Μετά τη λήξη του Πελοποννησιακού πολέμου, η πόλη περιήλε στη Σπάρτη, οι Αθηναίοι έποικοι εκδιώχθηκαν, οι δε κλήροι τους κατασχέθηκαν και η πόλη έλαβε το προηγούμενο όνομά της. Τότε πολλοί απόγονοι των εκδιωχθέντων από τον Περικλή επέστρεψαν στο πάτριο έδαφος.
Η αρχαία πόλη της Ιστιαίας που αναφέρεται από τον Όμηρο ως «πολυστάφυλος Ιστιαία», από τους πολλούς αμπλώνες της, δεν βρισκόταν στο σημείο που είναι χτισμένη η σύγχρονη, αλλά δύο περίπου χιλιόμετρα δυτικά, προς το μέρος των Ωρεών και του Ταξιάρχη, στις πλαγιές του όρους Τηλέθριου, παρά τον ποταμό Κάλλαντα (Ξεριά), στη θέση καλούμενη Δρυμός, επί βραχώδους λόφου.
Η καινούρια πόλη, όπως εμφανίζεται σήμερα, άρχισε να δημιουργείται λίγο πριν από την Τουρκοκρατία στην Εύβοια (1470), με το όνομα «Ξηροχώρι», αρχικά στην απογραφή του 1474 και πολύ αργότερα μέσα από τα ποιήματα του περιηγητή μοναχού Δαπόντε στα μέσα του 17ου αιώνα. Λίγο πριν από την Επανάσταση η Βόρεια Εύβοια εντάχθηκε στην εμβέλεια των εδαφών που ήλεγχε και διοικούσε ο Αλή Πασάς. Η επαρχία της Ιστιαίας έμεινε στην δικαιοδοσία του Αλή Πασά μέχρι την μέρα της δολοφονίας του τελευταίου (Ιανουάριος 1822).
Η Ιστιαία υπήρξε το θέατρο μερικών από τις πρώτες συγκρούσεις Ελλήνων και Τούρκων κατά την Επανάσταση του 1821. Η 8η Μαΐου 1821 είναι η μέρα του ξεσηκωμού των Ελλήνων της περιοχής. Η οριστική ένταξη της πόλης στο νέο Ελληνικό κράτος έγινε τον Μάρτιο του 1833, μαζί με ολόκληρο το νησί της Εύβοιας. Έκτοτε η Ιστιαία ήταν η σημαντικότερη πόλη της Β. Εύβοιας. Κατά τη διάρκεια του Μακεδονικού Αγώνα δεκάδες εθελοντείς Ιστιαιείς έλαβαν μέρος, ενώ κάποιοι από αυτούς έπεσαν στα πεδία των μαχών.
Στην Ιστιαία σήμερα λειτουργεί ένα ενδιαφέρον Μουσείο Φυσικής Ιστορίας, δημιουργημένο και συντηρούμενο από τον Κυνηγετικό Σύλλογο της πόλης.